Γράφει ο Κώστας Γ.Τσιλιμαντός.
Ή ζωή είναι άπειρη: Προήλθε από μία αρχή. Πρέπει να έχει και τέλος. Το τέλος για τους ανθρώπους είναι ο θάνατος.
Ο θάνατος είναι το βαθύτερο και σκοτεινότερο πρόβλημα, γιατί συνδέεται με την απορία της ύπαρξης.
Ανάμεσα σε δυο πόλους, τη γέννηση και το θάνατο, παίζεται το όλο δράμα.
Το θάνατο τον γνωρίζουμε από τους άλλους που πεθαίνουν, όχι από εμάς, διότι όταν έρθει σ’ εμάς, εμείς θα έχουμε φύγει, μας λένε οι αρχαίοι φιλόσοφοι.
Το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο όμως που είναι τραγικό, είναι ο άνθρωπος. Διότι, απ’όλα τα έμβια όντα του πλανήτη μας, μόνον αυτός γνωρίζει ότι θα πεθάνει.
Και από εδώ αρχίζουν όλες οι θεωρίες για το πώς βλέπουν οι άνθρωποι τη ζωή και το θάνατο.
«Επάμεροι.(=εφήμεροι). Τί δέ τις, τί δ’ούτις, σκιάς όναρ άνθρωπος». Τι είναι κανείς και τι δεν είναι, λέει για τον άνθρωπο στους Πυθιόνικους ο Πίνδαρος , ούτε καν όνειρο. Σκιά ονείρου. «Τύχης χαλεπής εφήμερον σπέρμα» ο άνθρωπος, και στον Πλούταρχο.
«Ορώμεν γαρ ημάς ουδέν όντας, πλην είδωλ’ όσοι περ ζώμεν ή κούφη σακιά» (Σοφ.«Αίας»125-6) φαντάσματα κι ανάερο ήσκιο, βλέπει κι ο Σοφοκλής.
«Τα νέρθε δ’ουδέν», ανυπαρξία ο κάτω κόσμος, ομολογεί η Ιφιγένεια.
«Εγώ δε θανών γαία μέλαιν’ έσομαι» κι εγώ σε λίγο μαύρο χώμα», λέει ο Θέογνις, που θυμίζει τόσο το εκκλησιαστικό «Γή εί και εις γήν απελεύσει».
Τέτοια ωραία αλλά μελαχολική ποίηση για τον άνθρωπο έχει και η εκκλησία μας στη νεκρώσιμη Ακολουθία. Εκεί, «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα» και ο νεκρός «Γη και σποδός»(στάχτη) κατά τον Προφήτη, ο δε άνθρωπος που βλέπει «τα οστά τα γεγυμνωμένα», αναρρωτιέται αν υπήρξαν ποτέ, αν τα κόκκαλα αυτά ανήκουν σε βασιλιά η ζητιάνο.
Προχωρείς, αρχίζεις, κερδίζεις, αποθηκεύεις, και πριν προλάβεις κάτι να χαρείς «μία ροπή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται». Τα υπόλοιπα που λένε τα κείμενα, ότι «τα μη μάταια είναι μετά θάνατον», είναι σεβαστά, αλλά δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενα γνώσεως, ούτε διαπιστώσεις ούτε αποδείξεις. Είναι πέρα από την επιστήμη. Αυτά γίνονται μόνον πιστευτά.
Τόσο μάταιη λοιπόν η Ζωή;
Όχι βέβαια! Ο οίστρος ζωής είναι ένα συνέπαρμα, μοναδικό δώρο, που σε ωθεί στη δημιουργία.
Η δημιουργία είναι Ζωή. Είναι χαρά και απόλαυση, παρ΄όλες τις μαύρες τρύπες. Είναι εκπλήρωση του είναι μου, της ύπαρξής μου. Είναι ΜΈΓΑ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΠΡΏΤΟ, κατά τον μεγάλο μας Σολωμό.
Μπορεί οι αρχαίοι να έβλεπαν μαυρίλα το θάνατο, αλλά ο ύμνος τους προς τη ζωή ήταν απαράμιλλος, αφού ταύτισαν το φως με τη ζωή. «Ορώ φάος(φως) σημαίνει ζώ.
Μετέχω στην αιωνιότητα, όταν γίνομαι εργάτης σε κάποιο σχέδιο που με ξεπερνάει. Ο,τι μπόρεσα να δημιουργήσω εγγράφεται για πάντα στη δημιουργία του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Το σταμάτημα στη δημιουργία είναι
«θάνατος.
Η ζωή οδηγεί αναπόδραστα στο θάνατο, τον καταλύτη της ζωής. Αλλά και ο θάνατος γίνεται με τη σειρά του χορηγός ζωής. Όμως αμφότεροι, γέννηση και θάνατος, μέσα στη δημιουργία, στη διάρκεια, δεν είναι παρά μόνο στιγμές της.
Ο, τι θεωρείται απολεσμένο με το θάνατο, είναι η προσωπική συνείδηση, το εγώ με τα συναισθήματα και τα πάθη του, τα μίση και τις αγάπες του, τα οράματά του, τις βιωμένες εμπειρίες του. Το αντίθετο δεν αποδείχτηκε ποτέ. Οι θρησκείες άλλα πρεσβεύουν και είναι σεβαστά, αλλά εγώ δεν κάνω μεταφυσική.
Τι σημαίνει ζωή; Απόδραση από την ανωνυμία.
Η συμμετοχή στη δημιουργία δεν είναι θάνατος. Είναι «ζωή». Δημιουργώ άρα υπάρχω.
Υπάρχω βέβαια στην πράξη μου, στην υπέρβασή μου, με το θάνατο όμως της ατομικής συνείδησης άλλοι, ίσως, να το γνωρίζουν, εγώ όμως ποτέ δεν θα έχω αυτή την επίγνωση! Sweet limon. Αυτό αν το δέχεσαι! Είναι μια τραγική, περήφανη παρηγοριά. Να ζεις στις μνήμες των άλλων.
Να κάνω κάτι μεγάλο, που κι οι μελλούμενες γενιές να με θυμούνται, λέει ο Έκτωρ, «μέγα τι ρέξας και εσσομένοισι πυθέσθαι», όταν κατάλαβε, ότι οι θεοί είχαν προδιαγράψει το μέλλον του.
(«Τότε πεθαίνουν οι νεκροί, όταν τους λησμονάνε», λέει ο πασίγνωστος στίχος του Κώστα Ουράνη). Η ζωή στη μνήμη των άλλων, είναι μια μορφή επιβίωσης, «ανάστασης». Κατά τον ίδιο τρόπο και η κυριαρχία στο χρόνο είναι μορφή «ανάστασης».
Τέλος,ως προς το πρόβλημα του θανάτου: εάν εξαντλήσω όλες μου τις δυνατότητες, ο θάνατος δεν είναι ούτε παράλογος, ούτε εξοργιστικός ή μισητός. Φτάνει το άτομο να έχει επιτελέσει το έργο του, να έχει διαγράψει τον κύκλο του, την τροχιά του. Και ο πόνος εδώ εκφράζεται με αξιοπρέπεια.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ο μ η συντελεσμένος θάνατος, όταν και όπου συμβαίνει, είναι άδικος.