ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΣΕ ΣΠΙΤΙ ΠΕΝΘΟΥNΤΩΝ
Γράφει ο Κώστας Γ. Τσιλιμαντός.
Η φιλοξενία στους Έλληνες από την εποχή του Ομήρου είχε λάβει τέτοια μορφή, ώστε ήταν ένας θεσμός αρετής, ισχυρός και απαραβίαστος, με προστάτη θεό τον ξένιο Δία, και μάλιστα, σ’ αυτή την εποχή, πέραν της φιλοξενίας ο επισκέπτης προτού φύγει από τον οίκο που τον φιλοξενούσε, ήταν απαραίτητο να λάβει και το δώρο του, το λεγόμενο «ξένιον».
Στο «δ» της Οδύσσειας, όταν φθάνουν στη Λακεδαίμονα, ο Τηλέμαχος για να μάθει κάποια νέα για τον άφαντο πατέρα του από τον Μενέλαο, με συντροφιά το γυιο τού Νέστορα, τον Πεισίστρατο- και οι δυο τους άγνωστοι- ο έμπιστος του παλατιού αναγγέλλοντας την άφιξη των δυο νέων ρωτά τον Μενέλαο, αν θα πρέπει να τους δεχτούν ή να τους στείλουν κάπου αλλού, πράγμα που εξοργίζει τον Μενέλαο πως μπόρεσε να κάνει τέτοιο συλλογισμό και προστάζει αμέσως να λύσουν τα άλογα των ξένων και να τους καλέσουν σε τραπέζι μαζί του.
Εμάς εδώ μας ενδιαφέρει κυρίως ο θεσμός στην άνθηση και ακμή του, γνωρίζομε πως στα ανθρώπινα δεν υπάρχει αιώνια σταθερότητα, γι αυτό δεν θα συζητήσουμε αν ήταν ομοιόμορφος σε όλες τις πόλεις ή αν ίσχυε μόνον μεταξύ Ελλήνων.