2012, παραδοσιακό Αλώνισμα - Λίχνισμα σιταριού στο Δολό Πωγωνίου

Όργωμα,Θερισμός, Αλώνισμα-Λίχνισμα, Άλεσμα σιταριού..
....
2012, παραδοσιακό Αλώνισμα - Λίχνισμα σιταριού στο Δολό Πωγωνίου

Βίντεο: Σ. Παπαδόπουλου
Επεξεργασία-Μοντάζ βίντεο: Βαγγέλης Γκόγκος (Vostiniotis)

Θερισμός - Αλώνισμα - Λίχνισμα
Ο θερισμός του σιταριού και της βρίζας γινόταν τον Ιούνιο με κύριο εργαλείο το δρεπάνι. Κατά τον θερισμό τα στάχυα συγκεντρώνονταν σε μικρά δέματα, τα χερόβολα, κατόπιν πολλά τέτοια χερόβολα γίνονταν μεγάλα δεμάτια και μεταφέρονταν στην άκρη των αλωνιών και τοποθετούνταν σε μεγάλους σωρούς τις λεγόμενες θημωνιές. Τον Ιούλιο ακολουθούσε το αλώνισμα, στα αλώνια του χωριού που ήταν και είναι περιμετρικά έξω από αυτό.
Το αλώνι είναι ένας χώρος κυκλικός, επίπεδος και πλακόστρωτος και στο κέντρο υπήρχε ένας ξύλινος πάσσαλος ο "στρούηρας". Το αλώνι έπρεπε να ετοιμαστεί για να μπορέσει να δεχθεί τα άλογα και τα στάχυα.
Έτσι, η κάθε οικογένεια , μέρες πριν, ερχόταν στο αλώνι και το καθάριζε, του έβαζε φωτιά με άχυρα για να καούν τα αγριόχορτα. Μετά σκούπιζε και αρμολογούσε τους αρμούς από τις πέτρες, με ένα μείγμα κοπριάς από αγελάδα και στάχτη, που όταν στέγνωνε γινόταν σκληρό. Και φυσικά έτσι δεν μπορούσε να πάει χαμένος ούτε ένας κόκκος στάρι.
Παράλληλα γινόταν έλεγχος στον μεσαίο πάσσαλο γύρω από τον οποίο τυλίγεται το σκοινί που κρατά δεμένα τα άλογα. Αν όλα ήταν έτοιμα και σωστά , τότε η οικογένεια ετοιμαζόταν για να αλωνίσει.
Στην φορεσιά των Αλωνάρηδων κυριαρχούσε το λευκό και γενικά ανοικτόχρωμα ρούχα. Οι γυναίκες φορούσαν λευκό μαντήλι για τον ήλιο και οι άντρες ψάθινο καπέλο.
Περιμετρικά από το αλώνι υπήρχαν τα δικούλια (ξύλινες τσουγκράνες), για να πετούν το άχυρο προς τα μέσα έτσι ώστε να πατηθεί ξανά και ξανά από τα άλογα.
Επίσης, υπήρχαν σκούπες και κόσκινα για το μετέπειτα μάζεμα του καρπού. Από τις θημωνιές που ήταν στημένες γύρω από τα αλώνια, παίρνονταν τα δεμάτια από στάχυα και απλώνονταν πάνω στο αλώνι και σε όλο το πλάτος του. Όχι όμως πολύ κοντά στον "στρούηρα".
Ο Αλωνάρης έφερνε τα άλογα .Μετρούσε την απόσταση από τον "στρούηρα" μέχρι το πρώτο άλογο από μέσα και ταίριαζε το σκοινί. Κατόπιν έδενε τα άλογα και ετοιμαζόταν να ξεκινήσει την διαδικασία του πατήματος των σταχυών. Τα άλογα ήταν πεταλωμένα για να πατούν και να κόβουν το στάχυ για να βγει ο καρπός.
Μόλις όλα ήταν έτοιμα, η βίτσα του Αλωνάρη χτυπά τα άλογα και ξεκινά το αλώνισμα. Αργά αργά τα άλογα ξεκινούσαν το κυκλικό περπάτημα στο αλώνι. Ξεκινούσαν από έξω προς τα μέσα. Μετά από μερικούς κύκλους ,το σκοινί είχε μαζευτεί στον στρούηρα. Τότε ο Αλωνάρης άλλαζε την κατεύθυνση των αλόγων, το πρώτο από μέσα πήγαινε τελευταίο προς τα έξω. Αυτό γινόταν πολλές φορές και μέχρι να είναι σίγουρος ο Αλωνάρης ότι η δουλειά έγινε και το στάρι βγήκε από το στάχυ.
Σε κάθε περιστροφή των αλόγων, άπλωναν τα στάχυα προς τα έξω. Αυτά τότε σπρωχνόταν προς το κέντρο με τα δικούλια και τις σκούπες. Το αλώνι ήταν γιορτή για την οικογένεια, γιατί πλησίαζε το τέλος των κόπων όλης της χρονιάς. Μετά από ένα καλό αλώνισμα, μετριόνταν το αποτέλεσμα των κόπων τους. Όσο περισσότερο καρπό έβγαζε το αλώνι , τόσο πιο καλά θα περνούσε η επόμενη χρονιά για την οικογένεια.
Όλα τα παιδιά του χωριού, μαζεύονταν και χοροπήδαγαν μέσα στα στάχυα πάντα υπό το βλέμμα του Αλωνάρη και βοηθούσαν με τον τρόπο τους στο αλώνισμα. Το κάθε αλώνι διαρκούσε ώρες και φυσικά η οικογένεια που αλώνιζε κάθε φορά, έπρεπε να προσέξει τον Αλωνάρη .Ενώ το αλώνισμα βρισκόταν σε εξέλιξη, έφερναν από το σπίτι κρύο νερό μέσα στα "γκιούμια", καφέ και πίτες. Ο Αλωνάρης κάθε τόσο έφερνε στο χέρι του στάχυα και μόλις διαπίστωνε ότι το στάρι βγήκε από το στάχυ σταματούσε τα άλογα και τα απομάκρυνε από το χώρο του αλωνιού. Τα έβαζε στην σκιά και τα πότιζε.
Τότε, άντρες και γυναίκες, με τα "δικούλια" και τις τσουγκράνες πετούσαν ψηλά τα στάχυα. Ο αέρας αναλάμβανε να απομακρύνει το στάχυ από το στάρι ,που βαρύτερο έπεφτε στις πλάκες ενώ το στάχυ απομακρυνόταν. Μόλις τελείωνε και το λίχνισμα , σκουπιζόταν το αλώνι για να συγκεντρωθεί ο καρπός στο κέντρο.
Καθισμένες στα γόνατα, οι γυναίκες κοσκίνιζαν το στάρι για να του αφαιρέσουν και το παραμικρό υπόλειμμα από τα στάχυα. Κάθε φορά άδειαζαν το περιεχόμενο από το κόσκινο, στο σακί. Το άχυρο θα μαζευόταν αργότερα και θα αποθηκευόταν στον αχυρώνα, μιας και αποτελεί τροφή για τα ζώα. Στο τέλος κουβαλούσαν τα σακιά με το στάρι στα κατώγια τους, μέχρι να έρθει η ώρα για να πάνε στο μύλο να αλέσουν.
Τα δρεπάνια πια και τα αλώνια αποτελούν , τα μεν πρώτα μνημειακά αντικείμενα , τα δε δεύτερα παραδοσιακούς τόπους. Τα αλώνια μένουν έρημα, βουβά και χωρίς ξεφωνητά. Με το πέρασμα του χρόνου η πλακόστρωσή τους αλλοιώνεται, και πολύ πιθανόν σε λίγα χρόνια ακόμη να μην υπάρχουν.
Τα Εργαλεία
Διαβάζοντας κανείς για τα εργαλεία, που χρόνια και χρόνια χρησιμοποιούνταν (μέχρι την εμφάνιση των γεωργικών μηχανών), θαυμάζει τη σύλληψη του σχεδιασμού τους και την πρακτικότητα της εφαρμογής τους.
Το αλέτρι: είναι το βασικό εργαλείο του γεωργού για το όργωμα του χωραφιού. Κατασκευάζεται κυρίως από ξύλο εκτός από το σκαπτικό τριγωνικό του τμήμα, το υνί, που είναι σιδερένιο. Το αλέτρι μπορεί να έχει ένα υνί, μπορεί όμως να έχει και δύο (δίλετρο). Αποτελείται από τρία μέρη: την καμάρα (ή σταβάρι), την κοντούρα (ή αλετρόποδα) και τη χειρολαβή (ή αλετρονουρά).
Η βουκέντρα: είναι ένα λεπτό κυλινδρικό ξύλο μήκους 1,20μ. και έχει σιδερένια τα δύο πρόσθετα άκρα της. Με το ένα αιχμηρό άκρο, το κεντρί, ο γεωργός κεντρίζει τα βόδια να προχωρήσουν, ενώ με το άλλο άκρο, το αξιάλι ή ξύστρα, καθαρίζει το χώμα που κολλά στο υνί και εμποδίζει το αλέτρι να προχωρήσει.
Το δερμόνι: είναι κόσκινο διαμέτρου 0,80μ. περίπου. Χρησίμευε στο δερμόνισμα (κοσκίνισμα) του καρπού, μετά το λίχνισμα, για την απομάκρυνση σκουπιδιών (πέτρες κ.λπ.).
Τα διράβδια ή λιράδια: πρόκειται για δύο ισομήκη κυλινδρικά ξύλα, προσδεμένα στις άκρες ενός κοντού και γερού σχοινιού. Το πιο λεπτό ξύλο, τη λαβή, κρατά ο γεωργός και με το πιο χοντρό, το δάρτη, χτυπά δυνατά τα δημητριακά που θέλει να αλωνίσει.
Η δοκάνη: (ή αδοκάνη ή αλοκάνη) χρησίμευε στο αλώνισμα. Είναι ξύλινη τραπεζοειδής κατασκευή. Αποτελείται από δύο χοντρές σανίδες που κυρτώνουν στη μία τους άκρη, η οποία είναι ελάχιστα στενότερη. Η κάτω επιφάνεια έχει ένθετα κοφτήρια από σκληρή πέτρα (πυριτόλιθο) ή σίδερο. Η δοκάνη ζευόταν στα βόδια. Στην πάνω επιφάνεια στεκόταν ο γεωργός που οδηγούσε τα ζώα γύρω γύρω στο αλώνι, και τα κοφτήρια αλώνιζαν το σιτάρι ή το κριθάρι.
Το δρεπάνι, το λελέκι, η παλαμαριά:
το δρεπάνι έχει κοντή ξύλινη λαβή και χρησίμευε στο θερισμό των ψηλών σταχυών. Το λελέκι έχει μακρύτερη λαβή από το δρεπάνι και χρησίμευε στο θερισμό των χαμηλών σταχυών. Η παλαμαριά είναι ξύλινη κατασκευή που προσαρμοζόταν στην παλάμη και είχε θέσεις για ένα, δύο ή και τρία δάχτυλα. Τη χρησιμοποιούσε ο θεριστής για να πιάνει και να θερίζει περισσότερα στάχυα.
Ο κλητσίνικος: είναι ξύλινο μυτερό εργαλείο, που χρησίμευε στο θεριστή για το δέσιμο των σταχυών με το δεματικό, δηλαδή το γερό στέλεχος των φυτών που το χρησιμοποιούσε σαν σχοινί.Το ξυλόφτιαρο, το καρπολόι, η κλέμπρα, η λιάμπα, ο αχυροψόης, η παπαδιά, το δικούλι (ή δικράνι): είναι ξύλινα εργαλεία που χρησίμευαν στο γεωργό για το αλώνισμα, το λίχνισμα και το φόρτωμα του καρπού στα κάρα ή στα ζώα.
Η σβάρνα:
αποτελείται από έναν ξύλινο παραλληλόγραμμο σκελετό στον οποίο προσαρμόζουν πλεγμένα κλαδιά λυγαριάς, αφού προηγουμένως τα έχουν «κάψει», τα έχουν δηλαδή θερμάνει για να λυγίζουν εύκολα. Η σβάρνα χρησίμευε στο γεωργό για το βολοκόπισμα του χωραφιού και το ψιλοχωμάτισμα μετά τη σπορά, δηλαδή για το στρώσιμο του χώματος και το σκέπασμα του σπόρου.