Πωγωνιανή (Βοστίνα) Πωγωνίου
Περιεχόμενα:
♦Το όνομα «Βοστίνα»
♦Λαογραφικό Μουσείο
♦Εκθέματα του Μουσείου
♦Το πανηγύρι της Πωγωνιανής
♦Κιβωτός του Κόσμου παρ.Πωγωνιανής
♦Παλιές και νέες φωτογραφίες (31)
♦Βίντεο (8)
♦Χάρτης
♦Το όνομα «Βοστίνα»
♦Λαογραφικό Μουσείο
♦Εκθέματα του Μουσείου
♦Το πανηγύρι της Πωγωνιανής
♦Κιβωτός του Κόσμου παρ.Πωγωνιανής
♦Παλιές και νέες φωτογραφίες (31)
♦Βίντεο (8)
♦Χάρτης
Η Πωγωνιανή ή αλλιώς Βοστίνα, όπως είναι το παλαιό της όνομα, είναι ένα ακριτικό χωριό σε απόσταση 64 χλμ από τα Ιωάννινα, χτισμένο σε υψόμετρο 750 μ. στο όρος Μπόζοβο. Βρίσκεται 15 χλμ βορειοδυτικά του Δελβινακίου, κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Εκτιμάται ότι οι μόνιμοι κάτοικοι της Πωγωνιανής ανέρχονται στους 80 περίπου. Εντούτοις σύμφωνα με την απογραφή του 2001 ο πληθυσμός ανέρχεται στους 478 κατοίκους. Η κύρια ασχολία τους είναι η κτηνοτροφία. Παρ' όλα αυτά διαθέτει γυμνάσιο και λύκειο, στο οποίο όμως η πλειοψηφία των μαθητών αποτελείται από μετανάστες της Βορείου Ηπείρου.
Το όνομα «Βοστίνα»
Δεν υπάρχουν πηγές που να μας παρέχουν σαφείς πληροφορίες για την προέλευση αυτής της ονομασίας. Πιθανή εκδοχή είναι να δόθηκε από τους Σέρβους, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί σε εκείνον τον τόπο πριν από τους Τούρκους.
Υπάρχουν όμως διάφορες ερμηνείες για την ετυμολογία της λέξης αυτής. Ο Ιωάννης Λαμπρίδης, βασιζόμενος στα πολλά βοσκοτόπια που υπάρχουν στην περιοχή, ερμηνεύει τη λέξη ως «βοσκήσιμον τόπον». Παρόμοια με αυτήν την ερμηνεία, άλλοι θεωρούν ότι πηγάζει από τη σερβική λέξη «βόστι» που σημαίνει βοσκότοπος. Με βάση άλλη ερμηνεία το όνομα αυτό μοιάζει και με την τουρκική λέξη «Μπόστι» και ερμηνεύεται ως τόπος πληρωμής φόρου. Κοντά στην αλήθεια και αυτή η ερμηνεία, αφού η κοινότητα της Βοστίνας αποτελούσε την έδρα και 83άλλων χωριών, τα οποία πλήρωναν φόρους στο τουρκικό Δημόσιο. Έτσι λοιπόν αυτά, αναγκαζόμενα γύρω στο 1550 από τους Τούρκους, έρχονταν στη Βοστίνα, για να πληρώσουν το φόρο. Ακόμη υπάρχει και η άποψη ότι το όνομα προέρχεται από τις αλβανικές λέξεις «Behr» που σημαίνει αμπέλι και «τίνα» που σημαίνει τσίπουρο.
Όλες οι παραπάνω ερμηνείες αποτελούν ίσως τις πιο σοβαρές εκδοχές ετυμολογίας του ονόματος «Βοστίνα».
Λαογραφικό Μουσείο
Στην προσπάθεια να διασωθεί, ότι είναι δυνατό από τον θησαυρό του λαϊκού μας πολιτισμού τοποθετείται η ίδρυση του Λαογραφικού Μουσείου Πωγωνιανής. Άνθρωποι με ευαισθησία που πονούν τον τόπο τους προσπάθησαν να διασώσουν κάποια κατάλοιπα από τον προγονικό πλούτο, ο οποίος, δυστυχώς, σβήνει και χάνεται χωρίς ελπίδα επιστροφής.
Η ιδέα για τη συγκρότηση και ίδρυση Μουσείου στην περιοχή και τη συλλογή του λαογραφικού υλικού άρχισε τη δεκαετία του 1960.
Το μουσείο προσωρινά στεγάστηκε στο παλιό Δημοτικό Σχολείο και μεταφέρθηκε στο αρχοντικό του Λεωνίδα Βασιλειάδη.
Όλα τα αντικείμενα είναι προσφορά των κατοίκων της περιοχής. Επιτελέστηκε ένα έργο τεράστιο σε αξία και πολιτιστική αξιολόγηση, έργο με ιστορική και εθνική σημασία. Συγκεντρώθηκαν τοπικές ενδυμασίες, κεντήματα, οικιακά σκεύη, αντικείμενα της γεωργικής και ποιμενικής ζωής, ξυλόγλυπτα διάφορα, εργαλεία και πάρα πολλά άλλα. Στήθηκε ένα μουσείο στα βόρεια πλασματικά σύνορα του Ελληνισμού.
Στο αρχοντικό του Βασιλειάδη το Μουσείο στεγάστηκε για μια περίοδο μερικών ετών. Στις 22 Αυγούστου 1976 έγιναν και τα πρώτα εγκαίνια του Μουσείου.
Αργότερα, όταν το αρχοντικό του Βασιλειάδη επανήλθε στους κληρονόμους του, το υλικό περιήλθε στην κυριότητα της Κοινότητας Πωγωνιανής και στεγάστηκε σε ένα παλιό οίκημα που επισκευάστηκε γι' αυτό το σκοπό.
Με απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου το υλικό παραχωρήθηκε και παραδόθηκε στον Φιλεκπαιδευτικό - Λαογραφικό και Πολιτιστικό Σύλλογο. Στο τροποποιημένο καταστατικό του περιέλαβε και την ίδρυση Λαογραφικού Μουσείου. Η Κοινότητα παρεχώρησε επίσης στον Φιλεκπαιδευτικό - Λαογραφικό και Πολιτιστικό Σύλλογο το κτίριο που στεγαζόταν το στρατιωτικό φυλάκιο, το οποίο εντάχτηκε στα προγράμματα Leader των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και επισκευάστηκε κατάλληλα για να στεγάσει το Λαογραφικό Μουσείο.
Με την επισκευαστική ολοκλήρωση του παλαιού οικήματος (στρατιωτικού φυλακίου), την ανακαίνιση και διαρρύθμιση του και την διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, το εκθεσιακό υλικό μεταφέρθηκε οριστικά εκεί και τοποθετήθηκε κατάλληλα στους μουσειακούς χώρους.
Την όλη ευθύνη της επισκευής του κτιρίου και της οργάνωσης του μουσείου την είχε ο Φιλεκπαιδευτικός - Λαογραφικός και Πολιτιστικός Σύλλογος.
Στις 25 Αυγούστου 1996 (είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια του μουσείου) παρουσία των Αρχών του Νομού και πλήθος κόσμου από τις περιοχές του Πωγωνίου (Μεγάλου και Μικρού) και της Δερόπολης Αργυροκάστρου εγκαινιάστηκε το μουσείο στην νέα του και οριστική θέση.
Εκθέματα του Μουσείου
Οι ρυθμοί της σημερινής ζωής με τις μεταναστεύσεις και τα εύκολα ταξίδια μεταβάλλουν τα τοπικά ήθη και έθιμα, αλλοιώνουν την παράδοση και μας απομακρύνουν από τις-πηγές και τις ρίζες μας.
Εξαιτίας της συνεχούς διαρροής προς τα αστικά κέντρα, χρόνο με το χρόνο, οι παλαιοί τρόποι ζωής εξαφανίζονται. Για αυτό το λόγο η συγκέντρωση και διαφύλαξη του παραδοσιακού λαϊκού πλούτου της περιοχής είναι έργο εθνικής σημασίας.
Στις ευρύχωρες αίθουσες του λαογραφικού μουσείου συγκεντρώθηκαν οι ζωτικές δυνάμεις της περιοχής, η ίδια η λαϊκή ψυχή.
Στα εκθέματα είναι αποτυπωμένες οι δημιουργικές εμπνεύσεις του λαού μας, έτσι όπως τα παράδινε η γιαγιά στην εγγονή, για να συνεχιστεί χωρίς διακοπή η παράδοση, να μη κοπεί η αλυσίδα που δένει το χθες με το σήμερα, το σήμερα με το αύριο.
Θαυμάζει ο επισκέπτης τα έργα της χειροτεχνίας, τους ποικίλους χρωματισμούς, τα σκαλίσματα των προϊόντων της ρόκας, της γκλίτσας και του γυναικείου αργαλειού.
Ανάμεσα στις συλλογές των εκθεμάτων συγκαταλέγονται παραδοσιακές φορεσιές, χρηστικά καθημερινά αντικείμενα, επαγγελματικά εργαλεία, παραδοσιακά διακοσμητικά υφαντά, κεντήματα, εκκλησιαστικά κειμήλια (θυρόφυλλο, εικόνες), αργυρά σκεύη, ξυλόγλυπτοι σταυροί, εγχάρακτοι δίσκοι και πολλά άλλα.
Εδώ ξαναζωντανεύουν σκηνές σπιτικές, οικογενειακές. Η θύμηση του παππού καθισμένου με τα παιδιά, τις νιφάδες και μια αρμαθιά εγγόνια και δισέγγονα γύρω από το σουφρά ή στοιβαγμένοι γύρω από το τζάκι στις δύσκολες χειμωνιάτικες νύχτες, δείχνει το μεγαλείο της παραδοσιακής ηπειρωτικής φαμίλιας.
Ενδυμασίες αντρικές γυναικείες φορεσιές του Πωγωνίου και της Δερόπολης εκτίθενται στις προθήκες του μουσείου.
Από το πλούσιο εκθεσιακό υλικό μπορούν οι μελλοντικοί μελετητές και ερευνητές να αντλήσουν στοιχεία για τη ζωή των κατοίκων της περιοχής, για τη σχέση της φορεσιάς με την παράδοση, για τις περιπέτειες του τόπου και για τις ξενικές επιδράσεις.
Μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει τα οικιακά σκεύη: Σουφράδες, ντρομπολίτσες, σαγάνια, ξύλινα χουλιάρια, χειρόλαμπες, φανοστάτες (που έκαιγαν δαδί για φωτισμό), λιγένια, μαστραπάδες, δίσκους σκαλιστούς, φλάσταρα (που σφράγιζαν τα πρόσφορα), φλασκιά, τσίτσες, παγούρια, κλειδοπίνακα ξύλινα (για τυρί και σιλίρα), λανάρια, ρόκες ξυλόγλυπτες, με τα σφοντύλια και τ' αδράχτια.
Αλλά και για έναν άλλον λόγο παρουσιάζει ενδιαφέρον το μουσείο. Πολλά αντικείμενα της γεωργικής και ποιμενικής ζωής το πλουτίζουν: Αλέτρια, σκιεδούλια, ζυγοί, δικέλια, βατοκόπια, τσιαλακόπες, κόσσες, κουδούνια και κύπροι διαφόρων μεγεθών, αλυσίδες με κλειδιά για τ' άλογα, στεφάνι με καρφιά για τα μοσχάρια να μη βυζαίνουν, προβατοψάλιδα, σαμάρια με τα μπαλντούμια, σέλες, δισάκια ολοκέντητα, ζιγκιά (αναβολείς) και ένα σωρό άλλα αντικείμενα της καθημερινής ζωής
Στο μουσείο εκτίθεται μια ανάγλυφη χάλκινη επιγραφή (32x39) του έτους 1884, από την οποία λείπει ένα κομμάτι γραμμένη σε γαλλική γλώσσα και σε παλαιά αραβική γραφή. Μάλλον στην οικονομική ορολογία σημαίνει «Φόρος Καπνού». Τότε στη Βοστίνα, έδρα Καζά, είχε συσταθεί υπηρεσία Μονοπωλίου για την είσπραξη του καπνικού φόρου
Γενικά στο Λαογραφικό Μουσείο οργανώθηκε, όσο είναι δυνατό με τα υπάρχοντα μέσα, η κοινωνική ζωή και η παράδοση του τόπου.
Το πανηγύρι της Πωγωνιανής
Ανέκαθεν η Ήπειρος, περιφέρεια φτωχή και αραιοκατοικημένη, με τα παιδιά της ως επί το πλείστον ξενιτεμένα, διαθέτοντας όμως πλούσια πολιτιστική παράδοση, βλέπει κάθε καλοκαίρι τους δρόμους και τις πλατείες των χωριών της να γεμίζουν με τους ανθρώπους τους, είτε αυτοί έχουν ζήσει τη μικρή τους ηλικία στον γενέθλιο τόπο, γεμάτοι μνήμες και βιώματα, είτε τα παιδιά τους και τα παιδιά των παιδιών τους.
Έτσι και στο ακριτικό Πωγώνι. Όλα τα χωριά του Δήμου Πωγωνίου κάθε καλοκαίρι ζωντανεύουν με το γυρισμό των ξενιτεμένων τους. Σπίτια ανοίγουν, καφενεία και ταβέρνες δέχονται στα τραπέζια τους καινούργιο αλλά όχι ξένο κόσμο, δρόμοι και πλατείες, άλλοτε άδεια και νεκρά, τώρα ασφυκτιούν από σταθμευμένα αυτοκίνητα, παιδικές χαρές αντιλαλούν από τις χαρούμενες φωνές μικρών παιδιών που χαίρονται την απλάδα, την ασφάλεια και την ομορφιά του καταπράσινου τοπίου. Αποκορύφωμα των διακοπών του καλοκαιριού αποτελεί το πανηγύρι του κάθε χωριού, σύναξη θρησκευτική, κοινωνική και πολιτιστική όλων των κατοίκων.
Έτσι και στην Πωγωνιανή, χωριό παλιό, ιστορικό, κέντρο διοικητικό μιας άλλης εποχής και μιας άλλης Αρχής, χτισμένο στους πρόποδες του Μπόζοβου, με την πληθώρα των πετρόκτιστων αρχοντικών και των μεγάλων και επιβλητικών δημόσιων κτηρίων, το καλοκαίρι αποτελεί περίοδο ακμής, ζωντάνιας, κίνησης και ποικίλων πολιτιστικών δραστηριοτήτων, κορυφαία από τις οποίες είναι το πανηγύρι στο χοροστάσι του χωριού.
Από μέρες αρχίζει η προετοιμασία. Ο χώρος καθαρίζεται, γεμίζει με τραπέζια και καρέκλες και είναι έτοιμος να δεχθεί όλους τους χωριανούς. Κι αυτοί, ξέροντας πια και τη σταθερή ημερομηνία (το πανηγύρι γίνεται τα τελευταία χρόνια την επόμενη μέρα του Δεκαπενταύγουστου), βρίσκονται ήδη στο χωριό οικογενειακώς, φιλοξενώντας μάλιστα πολλοί απ' αυτούς φίλους τους, πρόθυμα κατηφορίζουν στο κέντρο του χωριού, για να ανταμώσουν, να γευτούν το προσφερόμενο δείπνο, να πιούν, να τραγουδήσουν, να χορέψουν.
Οργανωτικός νους της βραδιάς είναι τα μέλη του συλλόγου του χωριού. Πρόθυμοι συμπαραστάτες και εθελοντές όλοι οι νέοι του χωριού για κάθε είδους βοήθεια και εργασία.
Την ώρα της διανομής του φαγητού η ορχήστρα έχει ήδη αρχίσει έναν οργανικό σκοπό. Αυτός δεν είναι άλλος από ένα πωγωνίσιο μοιρολόγι, φόρος τιμής στους προγόνους, δείγμα σεβασμού και σ' αυτούς και σε όλη την παράδοση που παρέλαβαν και συνεχίζουν. Οι σκοποί που παίζονται και τραγουδιούνται στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι από την μουσική παράδοση του ίδιου του Πωγωνίου και εκφράζουν τα ποικίλα συναισθήματα που επικρατούν στην καθημερινή και κοινωνική ζωή των ανθρώπων της περιοχής. Το κυριότερο όργανο της παραδοσιακής ορχήστρας, το κλαρίνο, ήχος γνωστός και αγαπημένος όλων, ταξιδεύει και ξεσηκώνει όλες και όλους, όλων των ηλικιών, στον κύκλο του χορού, πιασμένους χέρι με χέρι να χορεύουν με κέφι κι ενθουσιασμό τους ηπειρώτικους χορούς κάτω απ' το αυγουστιάτικο φεγγάρι. Η νεολαία του χωριού, ακάματη και γεμάτη ενέργεια, κρατάει το χορό μέχρι το ξημέρωμα, ενώ οι μεγαλύτεροι, όταν δεν βρίσκονται μέσα στον κύκλο του χορού, κάθονται και συζητούν, αστειεύονται, πίνουν, τραγουδούν και γλεντούν καμαρώνοντας τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους που στήνουν το χορό. Η τάξη και η σειρά θέλουν να κλείνει ο χορός με πολυφωνικό τραγούδι ή μοιρολόγι.
Άλλο ένα πωγωνίσιο πανηγύρι έτσι φτάνει στο τέλος του. Όλοι φεύγουν κουρασμένοι και νυσταγμένοι, όλοι όμως είναι χαρούμενοι και ευχαριστημένοι κι όλοι εύχονται «και του χρόνου!», «καλή αντάμωση!», «να 'μαστε καλά να Ξανανταμώσουμε!»
Βίντεο (8)
Προβολή μεγαλύτερου χάρτη